περικύκλωση — η / περικύκλωσις, ώσεως, ΝΑ [περικυκλώ] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού περικυκλώνω, κύκλωση από όλες τις πλευρές νεοελλ. στρ. ο αποκλεισμός μιας στρατιωτικής δύναμης από όλες τις κατευθύνσεις, με σκοπό την παρεμπόδιση τού εφοδιασμού και τών… … Dictionary of Greek
περικύκλωση — η κλείσιμο από παντού, κύκλωση … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κύκλωση — η (AM κύκλωσις) [κυκλώ (II)] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού κυκλώνω, περικύκλωση 2. (ειδ.) το κλείσιμο τού εχθρού σε κλοιό, η περίσφιγξή του απ όλες τις πλευρές (α. «συντελέστηκε η κύκλωση και η αποκοπή τού φρουρίου» β. «πρὶν καὶ τὴν πλέονα… … Dictionary of Greek
ανακύκλωση — Στην τεχνολογία, διάφορες μέθοδοι με τις οποίες ένα αντικείμενο επαναφέρεται στην αρχική φάση επεξεργασίας του και αξιοποιείται πάλι ως πρώτη ύλη για την κατασκευή νέων αντικειμένων. Η α. χρησιμοποιείται επίσης για την αξιοποίηση μέρους των… … Dictionary of Greek
εγκύκλωσις — ἐγκύκλωσις, η (Α) περικύκλωση … Dictionary of Greek
ζώσιμο — το [ζώνω] 1. η περιβολή τής μέσης με ζώνη, η ζώση 2. (μτφ. για εχθρικές δυνάμεις σε καιρό πολέμου) η περικύκλωση («το ζώσιμο τών εχθρών») … Dictionary of Greek
κύκλωμα — το (AM κύκλωμα) [κυκλώ (II)] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού κυκλώνω, περικύκλωση νεοελλ. 1. ομάδα αλληλοϋποστήριζόμενων ατόμων που έχουν κοινές απόψεις, κοινές επιδιώξεις και κυρίως κοινά συμφέροντα και δρουν συνήθως ιδιοτελώς 2. φρ. α) φυσ.… … Dictionary of Greek
μπλοκάρισμα — το 1. αποκλεισμός τής εξόδου, περικύκλωση, πολιορκία 3. δέσμευση χρημάτων («έγινε μπλοκάρισμα τού λογαριασμού του στην τράπεζα») 4. δυσλειτουργία συσκευής λόγω παρεμβολής ή παύση λειτουργίας μηχανήματος λόγω εμπλοκής. [ΕΤΥΜΟΛ. < μπλοκάρω, κατά … Dictionary of Greek
μπλόκο — το και μπλόκος, ο αποκλεισμός τής εξόδου, περικύκλωση, πολιορκία («το μπλόκο τής Κοκκινιάς»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. blocco < αρχ. γερμ. *blok (βλ. λ. μπλόκ)] … Dictionary of Greek
περίσταση — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 26 μ.), στην πρώην επαρχία Πιερίας του ομώνυμου νομού. Βρίσκεται πολύ κοντά στην Κατερίνη της οποίας αποτελεί προάστιο. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (10 τ. χλμ.). * * * η / περίστασις, εως, ΝΜΑ [περιίστημι] 1.… … Dictionary of Greek